Λέσχη Ανάγνωσης : Βιβλιόφιλες Προτάσεις

 ΒΙΒΛΙΟΦΙΛΕΣ  ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ


Αγαπητοί  φίλοι και φίλες

Στη στήλη αυτή θα συναντήσετε βιβλία που επιλέξαμε, διαβάσαμε ,μας άρεσαν και σας τα προτείνουμε. Βιβλία όλων των ειδών λογοτεχνία, (πεζογραφία, ποίηση), δοκίμια,  μελέτες, έρευνες κ.ο.κ. Οι επιλογές μας προσδιορίζονται από τις πνευματικές μας αναζητήσεις,  το προσωπικό  γούστο και  τα ενδιαφέροντα μας, και πάνω όλα την αισθητική απόλαυση, τον πνευματικό και κοινωνικό αναστοχασμό, που μας δημιουργεί  το ίδιο το βιβλίο. Με αυτές τις επιλογές επιχειρούμε να επικοινωνήσουμε μαζί σας  και να διαδώσουμε την αγάπη για το καλό βιβλίο.

Η στήλη είναι ανοιχτή και στις δικές σας προτάσεις. Περιμένουμε να τις στείλετε  στην ιστοσελίδα  του συλλόγου μας- με παραπομπή  για τη Λέσχη Ανάγνωσης. Με την  αποκλειστική  υποχρέωση να είναι το κείμενο σε ηλεκτρονική μορφή  και να  μην  υπερβαίνει  τις 400-500 λέξεις.

 Σας ευχαριστούμε  πολύ

Οι υπεύθυνοι της Λέσχης Ανάγνωσης

Μποφυλάτος  Σταύρος  -  Τεμπέλη  Γεωργία


Wolfgang Schorlaou

Το  μεγάλο σχέδιο


Ένα λογοτεχνικό είδος που γνωρίζει τα τελευταία χρόνια μεγάλη αναγνωσιμότητα είναι το αστυνομικό μυθιστόρημα. Εκατοντάδες μυθιστορήματα, χωρίς υπερβολή, κυκλοφορούν  στα βιβλιοπωλεία και προσελκύουν το ενδιαφέρον των αναγνωστών. Σε αρκετά από αυτά οι συγγραφείς τους συνδυάζουν, άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο πετυχημένα, την πλοκή του αστυνομικού μυθιστορήματος με την έρευνα και αποκάλυψη μεγάλων πολιτικών εγκλημάτων.

Ένα επιτυχημένο αντιπροσωπευτικό παράδειγμα αυτού του είδους που κυκλοφορεί στα ελληνικά και διαβάσαμε και απολαύσαμε αυτό το καλοκαίρι είναι «Το μεγάλο σχέδιο» του Wolfgang Schorlaou, από τις εκδόσεις «angelus novus», σε εξαιρετική μετάφραση της Μαρίας Αγγελίδου.

 Στο βιβλίο «Το μεγάλο σχέδιο» ο συγγραφέας στρέφει το βλέμμα του στη σύγχρονη Ελλάδα, αρχής γενομένης από την Γερμανική Κατοχή και φτάνοντας έως το απόγειο της οικονομικής κρίσης 2010-2015. Αξιοποιεί με μεγάλη επιτυχία τις αρετές του καλού αστυνομικού μυθιστορήματος: την περίτεχνη αλλά και στιβαρή πλοκή, τις απρόσμενες ανατροπές και αποκαλύψεις, τη γρήγορη δράση, έως το φινάλε, όχι μόνο για να διατηρήσει αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη, αλλά για να στρέψει την προσοχή του αναγνώστη, και ιδιαιτέρως των συμπατριωτών του, των Γερμανών στα εγκλήματα που διαπράττουν οι εκάστοτε κυβερνήσεις.

   Το γεγονός ότι γράφτηκε από ένα Γερμανό συγγραφέα, εκδόθηκε πρώτα στη Γερμανία, δεν μειώνει ούτε στο ελάχιστο την αξία του βιβλίου για τον Έλληνα αναγνώστη, γιατί το μυθιστόρημα εμπεριέχει μια διεξοδική και απολύτως κατανοητή στον μέσο αναγνώστη ανάλυση των λόγων που οδήγησαν την ελληνική οικονομία σε κατάρρευση.

  Το κεφάλαιο που αναλύει τη διεθνή οικονομική κατάσταση και τα παιχνίδια των κερδοσκόπων εις βάρος της χώρας μας είναι ανατριχιαστικό, όπως επίσης και ο τρόπος που συνδέει τη σύγχρονη ιστορία με τη Γερμανική κατοχή στην Ελλάδα και τη σφαγή στο Δίστομο. Αποκαλύπτει λοιπόν  ένα διαχρονικό έγκλημα που συντελείται σε βάρος του ελληνικού λαού, όχι μόνο γιατί ακόμα και σήμερα το Γερμανικό κράτος καλείται να αποζημιώσει την Ελλάδα για τις ανεπανόρθωτες καταστροφές που προκάλεσε η Γερμανική Κατοχή, αλλά  και  γιατί μας δίνει  την ευκαιρία μιας σφαιρικής ενημέρωσης για ζητήματα που ακόμη και σήμερα μας ταλανίζουν και δημιουργούν διαρκώς ερωτήματα για το μέλλον της Ευρώπης.

  Για να ανταποκριθεί σε αυτό το φιλόδοξο σχέδιο Ο Schorlau ξοδεύει  μεγάλο χρονικό διάστημα στη μελέτη και την προετοιμασία κάθε βιβλίου του, και για το «Μεγάλο Σχέδιο» είχε πει πέρσι στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου της Θεσσαλονίκης ότι έστησε ολόκληρη ερευνητική ομάδα που δούλεψε για τρία χρόνια, ώστε να συγκεντρώσει το υλικό του. Αψευδής μάρτυρας είναι η εκτενής βιβλιογραφία  που έχει αναρτήσει  στην προσωπική του ιστοσελίδα.

   Όπως ο  ίδιος o Wolfgang Schorlaou επισημαίνει στον  επίλογο του βιβλίου:  «αφετηρία αυτού του βιβλίου αποτέλεσε η παρατήρηση ότι ακόμα και στο ζενίθ της ελληνικής κρίσης, όταν το θέμα της  κρίσης  κυριαρχούσε στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων  εκτοπίζοντας  όλα τ’ άλλα, δεν ήταν  δυνατόν να καταλάβει  κανείς από τις σχετικές  δημοσιεύσεις σε ποιους  λογαριασμούς  είχαν καταλήξει τα πολλά  δισεκατομμύρια που είχαν ξοδευτεί  για τη «σωτηρία της Ελλάδας»(σ.449), σε συνδυασμό με την ενόχληση που του προκάλεσε η ανάμνηση  από την «παράλληλη  εκστρατεία των ΜΜΕ που κατόρθωσαν  να χαράξουν βαθιά στη συνείδηση μας την εικόνα του τεμπέλη (ή του καθυστερημένου ΄Έλληνα που έπρεπε να σωθεί από το χάος  της οκνηρίας και της αδιαφορίας του με τα λεφτά του Γερμανού φορολογούμενου» (σ.449), ενώ  ίδιο το βιβλίο του είναι η συμβολή στον αγώνα «για την αλληλεγγύη  μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών… υπέρ μιας ευρωπαϊκής ένωσης  όπου η αναδιανομή θα είναι το ίδιο αυτονόητη ,όπως σήμερα γίνεται  μεταξύ των ομόσπονδων κρατών».(σσ.449-450).

 Ένα μυθιστόρημα απολαυστικό, πολυεπίπεδο και πολιτικά αιχμηρό που αξίζει την προσοχή μας.

 Σταύρος Μποφυλάτος -  Φιλόλογος


Wolfgang Schorlau

Ο Βόλφγκανγκ Σορλάου γεννήθηκε το 1951 σε μια μικρή πόλη της Ρηνανίας. Ασχολήθηκε με το εμπόριο και εργάστηκε για πολλά χρόνια ως μάνατζερ στη βιομηχανία ηλεκτρονικών υπολογιστών προτού καταφέρει στα πενήντα του να εκπληρώσει το όνειρό του και να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη συγγραφή. Έχει γράψει μέχρι σήμερα οχτώ βιβλία με ήρωα τον ιδιωτικό ντετέκτιβ Γκέοργκ Ντένγκλερ. Ο Βόλφγκανγκ Σορλάου τιμήθηκε το 2006 με το Γερμανικό Βραβείο Αστυνομικής Λογοτεχνίας. Περισσότερα για τον συγγραφέα και τα βιβλία του θα βρείτε στον διαδικτυακό τόπο www.schorlau.com

----

Μαρία Εμ.  Μαραγκουδάκη

 "ΔΙΠΛΗ ΟΨΗ"  

Η Κάρμεν φορούσε μαύρα / Ο Άλλος εν  λευκώ

Εκδ. Εύμαρος, Αθήνα 2020


Η «ΔΙΠΛΗ ΟΨΗ» είναι το τέταρτο βιβλίο της Μαρίας Μαραγκουδάκη. Έχουν προηγηθεί μια ποιητική συλλογή «Έστω ότι…» (Οδός Πανός 2010), η συλλογή διηγημάτων «Μηδενική γωνία» (Εύμαρος 2017) και ο θεατρικός μονόλογος «Μαύρο γιασεμί» (Εύμαρος 2019).Επίσης συμμετέχει  στην περιοδική έκδοση (dPgeneration 2017) με οκτώ διηγήματα καθώς και στο συλλογικό έργο : «Εννέα Όγδοα»  (Εύμαρος, 2018).

Η «ΔΙΠΛΗ ΟΨΗ» είναι ένα μικρό, πυκνό, πολυεπίπεδο βιβλίο που περιλαμβάνει δύο   παράλληλους μονολόγους, που κάλλιστα, λόγω της θεατρικής τους δομής, θα μπορούσαν να ευτυχήσουν και στη σκηνή. Η συγγραφέας  με αυτό το έργο της επιχειρεί μια διακειμενική προσέγγιση. Συνδυάζει με επιτυχία διαφορετικά είδη γραπτού  λόγου: το αφήγημα με  το θεατρικό μονόλογο, την ποίηση και το δοκίμιο, καθώς με το τελευταίο εκδιπλώνει ελεύθερα στοχασμούς σε καίρια ζητήματα της ύπαρξης, στοχασμούς για τη μοναξιά, το νόημα της ύπαρξης και το θάνατο.

Στο πρώτο με τον τίτλο «Η Κάρμεν που φορούσε μαύρα» η Κάρμεν,  η ηρωίδα, μια γυναίκα άνω των εξήντα χρόνων αφηγείται την πολυτάραχη ζωή της  σε ένα άντρα που πληκτρολογεί. Η γυναίκα, που συστήνεται ως Κάρμεν, αλλά δεν τη λένε Κάρμεν, αφηγείται τη ζωή της σε κάποιον  «Μη γράφεις ό,τι βλέπεις. Να γράφεις τις ιστορίες που θα σου λέω. Γιατί αυτή είμαι. Είμαι οι πολλές ιστορίες μου. Αληθινές ιστορίες. Άλλες έχουν συμβεί, άλλες μπορεί να μην έχουν συμβεί, όμως όλες οι ιστορίες που θα σου πω έχουνε γραφτεί μέσα μου. Και να ξέρεις πως αληθινό είναι ό,τι γράφεται μέσα μας», του λέειΚαι το ίδιο λίγο παραλλαγμένο, επαναλαμβάνει και ο Άνδρας  πριν το τέλος του δεύτερου μονολόγου.

Αυτήν την πολυτάραχη και  πολυδιάστατη ζωή της αναστοχάζεται  λοιπόν, αγωνίζεται και προσπαθεί να συναρμολογήσει η αφηγήτρια Κάρμεν, για αυτό αναθέτει στον ανώνυμο άνδρα τη συγγραφή, γιατί η ίδια έχει πρόβλημα με τα μάτια της. Θυμάται ανάκατα, ό,τι της έχει συμβεί, εξομολογείται και θέλει όλα να καταγραφούν. Διακατέχεται από την εμμονή να αποτυπωθούν στο χαρτί τα βιώματα και οι σκέψεις της. Αντλεί δύναμη για να ζήσει μόνο από την πίστη της πως μόλις βγει το βιβλίο θα είναι έτοιμη ακόμη και να πεθάνει.

Η Κάρμεν είναι μία γυναίκα που ζει ολομόναχη, ερμητικά κλεισμένη στο διαμέρισμα της με μόνη συντροφιά τις αναμνήσεις της, φοβάται το φως, αγαπά το κόκκινο χρώμα και μισεί το άσπρο. Κάρμεν είναι το ψευδώνυμο της, έμμεση αναφορά στην κινηματογραφική της persona, έμμεση αναφορά στην ηρωίδα του Μπιζέ, σύμβολο ομορφιάς και  ελευθερίας. Η τελευταία  Κάρμεν, κατά κόσμο Σταυρούλα, αναζητά τη διαφυγή της από τον ασφυκτικό κοινωνικό της περίγυρο, την απελευθέρωσης της, την αποδοχή  και  την αγάπη. Μαζί με το πραγματικό της όνομα  απαρνιέται   οριστικά  και το παρελθόν της. Είναι άλλωστε ένα βαρύ φορτίο από το οποίο επιζητά να απαλλαγεί. Άλλωστε εκδιώκεται από την οικογένεια της και την στέλνουν σε μια θεία της στη μεγαλούπολη.  Αφορμή  το γεγονός ότι στα δεκατέσσερα της έμεινε έγκυος και της έκαναν έκτρωση Η συνέχεια αναμενόμενη ∙ στα δεκαεπτά σπιτώθηκε από έναν παντρεμένο∙ και αμέσως μετά μας  ακολουθεί η εκπόρνευση «Κέρδισα λεφτά με το κορμί και την ομορφιά μου». Μέσα από αυτή δεν  αναζητά μόνο και  κυρίως το χρήμα

 «Εγώ όμως ήθελα πάντα να με αγαπούν, αυτός ήταν ο καημός μου, και το σώμα μου  ήταν ό,τι είχα και δεν είχα. Και υπήρχαν  άντρες που έδειχναν ότι μ ΄αγαπούσαν και θα πλήρωναν για το κορμί μου. Και είν΄ ωραίο να νιώθεις ότι το κορμί σου αξίζει…»

Στο δεύτερο μονόλογο  με τίτλο «Ο άλλος εν λευκώ» και υπότιτλο (άρα τις έστι), ο άνδρας, στα πεντηκοστά έβδομα γενέθλιά του, αναμετριέται  με τον χρόνο και παραληρεί επί παντός επιστητού. Η παραληρηματική του αφήγηση  ξεκινά με τη φράση «Έτσι κι αρχίζει να βραδιάζει κάτι με πιάνει, κάτι σαν τρέλα», που επαναλαμβάνει αρκετές φορές. Ψάχνει συνέχεια για τα κλειδιά του,- εκδήλωση της σύγχυσης και της υπαρξιακής του αγωνίας- ενώ επίμονα ένας ήχος καμπάνας τρυπάει το μυαλό του. Τάση φυγής, κόπωση απ’ όλους και απ’ όλα,  βασανιστικοί εφιάλτες αδιαφορία για τα πάντα «Δεν έχω επιθυμίες» Δεν έχω θλίψη. Μόνο μνήμες. Κι αυτές ξεθωριασμένες και αδύνατες», λέει. Ο φόβος συνέχει τα πάντα. «Ο θάνατος είναι η μόνη αλήθεια της ζωής». Την απόσταση από τη βιωμένη σπαρακτική απελπισία στην πράξη, τη διανύει ο ήρωας μας με την  αυτοχειρία του. Όμως με απρόσμενο τρόπο, στο τέλος του μονολόγου, η συγγραφέας αφήνει να διαφανούν οι  αξεδιάλυτοι δεσμοί που συνδέουν τον άνδρα και την Κάρμεν.

 Με τη  γραφή της η  Μαρ. Μαραγκουδάκη εντάσσει τη «διπλή όψη» στη βιωματική μυθοπλασία. Οι εξομολογήσεις των ηρώων της κινούνται μεταξύ της πρωτοπρόσωπης και της δευτεροπρόσωπης αφήγησης. Ο λόγος της μεστός, πυκνός, κοφτός, ρεαλιστικός. Στον πρώτο μονόλογο  διεισδύει στα μύχια της γυναικείας ψυχολογίας και μας προετοιμάζει για την υπερρεαλιστική γραφή, την υπερδιέγερση του δεύτερου, που ακολουθεί, με έναν ασθμαίνοντα καλπασμό που σε συνεπαίρνει. Η Μαρ. Μαραγκουδάκη ερωτοτροπεί  έντονα με τις τεχνικές της μικρής φόρμας και κινείται στο «τεντωμένο σκοινί» χωρίς να χάνει την ισορροπία της μεταξύ της ρεαλιστικής και της υπερρεαλιστικής αφήγησης – περιγραφής. Διαφεύγει ωστόσο, κάθε λίγο στο δρόμο της ποίησης διακόπτοντας  την πεζή διάταξη,  και μπολιάζοντας την με ποιητικά σπαράγματα. Αποκτά έτσι ο λόγος της την αρμόζουσα βαρύτητα ωσάν να μην αρκούσε ο πεζός λόγος για να μεταδώσει την τραγικότητα και την υπαρξιακή αγωνία των ηρώων μπροστά στα γηρατειά  και το θάνατο.   

 Η διεισδυτικότητα της γραφής  της Μαρίας Μαραγκουδάκη  σε κερδίζει. Χαράζει βαθιές τομές στη μοναξιά, όπως τη βιώνουν οι  δύο ήρωες, και ψυχογραφεί   δύο διαφορετικούς  και εν πολλοίς όμοιους   χαρακτήρες.  Καθώς διαβάζεις το βιβλίο και διεισδύεις βαθιά σε αυτό, αισθάνεσαι πως αναπνέουν και ζουν ανάμεσα μας, δίπλα μας και αυτή είναι η προσφορά και η απόλαυση  της καλής λογοτεχνίας.                                                        

                                                                            Σταύρος Μποφυλάτος 


- - - - -                

Μαρία Εμ. Μαραγκουδάκη

Δεν ξέρω ακριβώς για ποιο λόγο γράφω. Φιλοδοξία; Ματαιοδοξία; Ανάγκη έκφρασης; Φοβάμαι το θάνατο; Φοβάμαι τη ζωή; Φλερτάρω με την αθανασία; Φλερτάρω με το τίποτα; Για το περίφημο «γνώθι σαυτόν»; Ίσως η απάντηση να είναι «ναι» σ’ ένα ή σε περισσότερα από τα παραπάνω, ίσως να ισχύει (και) κάτι άλλο που δεν έρχεται στο νου τώρα. Αυτό που μπορώ με βεβαιότητα να πω, είναι πως τις μέρες που δεν γράφω (και δεν είναι λίγες) τις θεωρώ «κούφιες», ανεξάρτητα από όποιες άλλες δραστηριότητες έχω ή δεν έχω τις μέρες εκείνες, μιας και, όχι σπάνια, τεμπελιάζω άσκοπα. Λένε πως όταν γράφουμε δεν ζούμε. Νομίζω πως ισχύει, εφόσον το γράψιμο είναι απολύτως μοναχική υπόθεση, αν και καλό θα ήταν να δώσουμε προηγουμένως έναν ορισμό στο ρήμα «ζούμε». Προσωπικά πάντα ένιωθα να έχω μια ζωή εκτός και παράλληλα άλλη μία ζωή εντός. Σ’ αυτό το όριο εκτός-εντός θεωρώ πως γράφω.


Γράφω λέξεις, σβήνω λέξεις, και πάει λέγοντας. Συμβαίνει μερικές από τις εναπομείνασες λέξεις να συγκροτούν άλλοτε ένα ποίημα, άλλοτε ένα διήγημα, άλλοτε ένα θεατρικό μονόλογο. Με την ποιητική γραφή θεωρώ πως έχω κλείσει το λογαριασμό, όχι όμως και με την ποίηση, άλλωστε η ποίηση, με την ευρύτερη έννοια, δύναται να ενυπάρχει σε κάθε είδος γραφής. Αγαπώ το διήγημα και ασχολούμαι κυρίως μ’ αυτό, ίσως γιατί προτιμώ τον πυκνό λόγο, αυτήν την περίληψη ζωής που μπορεί να συμπυκνωθεί σ’ ένα και μόνο κάδρο.

Πηγή έμπνευσης είναι τα θραύσματα μνήμης, είναι οι απώλειες, είναι τα όνειρα, οι ανεκπλήρωτες επιθυμίες, μια μουσική, μια φωτογραφία, μια φευγαλέα εικόνα, μια λέξη. Φυσικά η όποια έμπνευση είναι μόνο το έναυσμα, η αφετηρία για μια δύσβατη διαδρομή με εκπλήξεις και ενίοτε απρόσμενη κατάληξη.

Το τελευταίο βιβλίο μου «Διπλή όψη», όπως μαρτυρά ο τίτλος έχει δύο μέρη, «Η Κάρμεν φορούσε μαύρα», «Ο Άλλος εν λευκώ». Πρόκειται για δύο αυτοτελείς μονολόγους, που όμως συνομιλούν, συνδέονται με νήματα κοινά. Οι ήρωες, σε υψηλές θερμοκρασίες, αφηγούνται αποσπασματικά, σκέφτονται, αναπολούν, λυπούνται, προβληματίζονται. Η μορφή είναι κυρίως θεατρική με εμβόλιμα κατά τόπους ποιητικά στοιχεία. Είναι το είδος της γραφής που απολαμβάνω. Ο θεατρικός μονόλογος και ως αναγνώστη και ως συγγραφέα με γοητεύει ιδιαίτερα. Αισθάνομαι σαν ηθοποιός που δεν υποδύεται απλά έναν ρόλο, είναι ο ρόλος.

Είμαι τυχερή όσο αφορά την έκδοση. Είναι το τρίτο κατά σειρά βιβλίο μου από τις εκδόσεις «Εύμαρος» και η συνεργασία μας εκτός από άψογη έχει αυτή τη δυσεύρετη ζεστασιά και ζωντάνια της παρέας.
Μόνιμη ενασχόληση είχα και έχω το διάβασμα. Φυσικά ως συνταξιούχος πλέον έχω περιορισμένες δραστηριότητες, αν και εξακολουθώ να διδάσκω σ’ ένα κοινωνικό φροντιστήριο, απ’ όπου εισπράττω περισσότερα απ’ όσα προσφέρω.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

Η Μαρία Εμ. Μαραγκουδάκη γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης. Ζει στην Αθήνα. Έχει εκδώσει την  ποιητική συλλογή «Έστω ότι…» (Οδός Πανός 2010), τη συλλογή διηγημάτων «Μηδενική γωνία» (Εύμαρος 2017), τον θεατρικό μονόλογο «Μαύρο γιασεμί» (Εύμαρος 2019), τη συλλογή διηγημάτων «ΔΙΠΛΗ ΟΨΗ» (Εύμαρος 2020). Επίσης συμμετέχει  στην περιοδική έκδοση (dPgeneration 2017) με οκτώ διηγήματα καθώς και στο συλλογικό έργο : «Εννέα Όγδοα»  (Εύμαρος, 2018) ενώ δημοσιεύει τακτικά βιβλιοκριτικές στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο.


Σχόλια