ΛΕΣΧΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ


ΛΕΣΧΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΥ - ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ "ΑΡΓΩ"

Η παρουσίαση του βιβλίου της Ρέας Γαλανάκη "Άκρα Ταπείνωση"


Εισαγωγικό Σημείωμα

Παρουσιάζουμε την παρουσίαση της κ. Τεμπέλη Γεωργίας συντονίστριας της Λέσχης Ανάγνωσης του Πολιτιστικού - Επιστημονικού Συλλόγου «Αργώ» του  μυθιστορήματος της κ. Γαλανάκη Ρέας, “Η Άκρα Ταπείνωση”, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 2015.

Η παρουσίαση τη Δευτέρα 9 Δεκεμβρίου 2019 στα γραφεία του Πολιτιστικού-Επιστημονικού Συλλόγου Χαλανδρίου «Αργώ». Μετά την εισαγωγή από την κ. Τεμπέλη Γεωργία, μίλησε για το βιβλίο της η κ. Γαλανάκη και ακολούθησε συζήτηση με τα μέλη και τους φίλους της Λέσχης.

 

                   ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

ΡΕΑ ΓΑΛΑΝΑΚΗ:  «Η Άκρα Ταπείνωση»

Κυρίες και κύριοι, φίλες και φίλοι,

Είναι μεγάλη τιμή και χαρά για  τον σύλλογο «Αργώ» και για μας προσωπικά να έχουμε μαζί μας σήμερα την κυρία Ρέα Γαλανάκη, μια από τις σπουδαιότερες  συγγραφείς της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας. Θα παρουσιάσουμε και θα συζητήσουμε μαζί της το προτελευταίο της βιβλίο, {Η Άκρα Ταπείνωση}, που κυκλοφόρησε το 2015 από τις εκδόσεις Καστανιώτη.

Η κυρία Γαλανάκη γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης, όπου και έζησε μέχρι την είσοδο της στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, που σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία. Έχει εκδώσει μυθιστορήματα, διηγήματα, ποιήματα και δοκίμια. Ανήκει στα ιδρυτικά μέλη της Εταιρείας  Συγγραφέων και έχει τιμηθεί στην Ελλάδα με πολλά βραβεία για το έργο της. Έχει προταθεί επίσης και για ευρωπαϊκά  λογοτεχνικά βραβεία. Το λογοτεχνικό της έργο έχει μεταφραστεί σε δεκαπέντε γλώσσες: αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, ισπανικά, ολλανδικά, τσέχικα, αλβανικά, γερμανικά, βουλγαρικά, σουηδικά, λιθουανικά, τουρκικά, αραβικά, εβραϊκά, κινέζικα.

Η Άκρα Ταπείνωση είναι πολιτικό, κοινωνικό και συνάμα ιστορικό- θα τολμούσα να πω- μυθιστόρημα, καθώς βασίζεται  σε γεγονότα που σημάδεψαν την Αθήνα αλλά και την Ελλάδα ολόκληρη τον χειμώνα του 2012, και γενικότερα στην εποχή της κρίσης.

Ο τίτλος του μυθιστορήματος προέρχεται από τη βυζαντινή ζωγραφική και συγκεκριμένα από τον εικονογραφικό  τύπο Η Άκρα Ταπείνωσις ή Χριστός η Άκρα Ταπείνωσις. Ήδη, από τον τίτλο κιόλας, δηλώνεται τόσο η ταπείνωση των ηρώων όσο και η συλλογική ταπείνωση στην εποχή της κρίσης. Προοικονομείται όμως και το ελπιδοφόρο τέλος του μυθιστορήματος, καθώς η ταπείνωση του  πάσχοντος λαού θα οδηγήσει  στην Ανάσταση που η αγάπη, η αποδοχή του άλλου, οι κοινωνικοί αγώνες, η ανθρώπινη δύναμη μπορούν να υπόσχονται.

Η ιστορία εκτυλίσσεται σε ένα ξεπεσμένο διαμέρισμα- ξενώνα, στο κέντρο της Αθήνας, όπου ζουν δύο  ηλικιωμένες γυναίκες-η Θηρεσία, συνταξιούχος φιλόλογος και η Θεονύμφη, ζωγράφος, συνταξιούχος εκπαιδευτικός -και οι δυο -που μετέτρεψαν  τα βαπτιστικά τους σε αρχαιότροπα  Τειρεσία κα Νύμφη-  είναι έτοιμες να γιορτάσουν τα γενέθλια της Νύμφης. Σιγά-σιγά [εισβάλλουν] στο διαμέρισμα  για  τη γιορτή η  κοινωνική λειτουργός, υπεύθυνη για τον ξενώνα, η Δανάη μαζί  με τη μικρή της κόρη, τη Σόνια, η αιγύπτια καθαρίστρια, η Γιασμίν με το μικρό της Μαηλάκι. Και λίγο πριν από το τελετουργικό  happy birthday  ο Ορέστης, ο πολυαγαπημένος  μοναχογιός της Νύμφης. Μέσα στη χαρά της γιορτής  μοναδική παραφωνία, η μαυροφορεμένη , κρητικιά Κατερίνα, χήρα αστυνομικού και μητέρα του επίσης  μαυροντυμένου, χρυσαυγίτη Τάκη, που κλεφτά θα έρθει και θα φύγει. Άφαντος βέβαια και ο Πατριάρχης, ο υπεύθυνος γιατρός του δημόσιου ξενώνα για τις δυο γυναίκες. Μέσα από τις κουβέντες και τα μισόλογα του Ορέστη και της Δανάης οι δυο γυναίκες κατανοούν πως προμηνύεται το κλείσιμο του ξενώνα και η επιστροφή στο άσυλο. Έτσι την άλλη μέρα η πιο θαρραλέα, η Τειρισία προϊδεάζει την Νύμφη για το σχέδιο της. Την  επομένη μέρα το σχέδιο τίθεται σε εφαρμογή. Το γάλα που συνειδητά η Τειρεσία φρόντισε να  κρύψει κάτω από το κρεβάτι της για τον αγαπημένο της γάτο  γίνεται η αφορμή να βγει η Κατερίνα από το διαμέρισμα και η ευκαιρία για τις δυο γυναίκες να ξεχυθούν παράτερα  μεταμφιεσμένες αλλά ελεύθερες στους δρόμους της Αθήνας. Από  εκεί και ύστερα οι δυο γυναίκες θα τα βιώσουν όλα: την έξαψη της ελευθερίας, το όνειρο της συλλογικής γιορτής για έναν άλλο κόσμο, που οι περισσότεροι βαδίζοντας κατά κύματα , τον θεωρούσαν εφικτό, ο ενθουσιασμός για τη συμμετοχή τους, το χαμόγελο, γιατί ζούσαν το κοινό για τους Αθηναίους παρόν, ξορκίζοντας τον δαίμονα της μοναξιάς, της ηλικίας, της αρρώστιας, της σκλαβιάς τους.

Η μεγάλη  έξοδος θα φέρει τις δυο γυναίκες δίπλα, κοντά μαζί, με όλο εκείνο το πλήθος που με θυμωμένα συνθήματα διεκδικούσε το όνειρο….. Καθώς όμως άρχισε να πέφτει η νύχτα και το κρύο του Φλεβάρη να κάνει πιο βαριά τα βήματα τους οι δυο γυναίκες αλαφιάζονται και αρχίζουν να σκέπτονται την επιστροφή στον ξενώνα. Εις μάτην…… Έχουν ξεχάσει την διεύθυνση…….

Μέσα στη μαύρη, χειμωνιάτικη νύχτα θα ζήσουν τα βίαια επεισόδια ανάμεσα στα Μ.Α.Τ. και τους διαδηλωτές, την πυρπόληση των νεοκλασικών της Αθήνας, την καταστροφή των εμβληματικών κινηματογράφων του κέντρου, τη λεηλασία των μνημείων-συμβόλων των αγώνων της γενιάς τους. Η Αθήνα ταπεινωμένη από τη βία είχε εκτοπίσει τη δικιά τους πόλη…… Παρόλο τον ορυμαγδό της βίας και της φωτιάς παραλογισμένη η Νύμφη θα ψάχνει το μοναχογιό της ανάμεσα στα καλυμμένα με τα μαντήλια πρόσωπα και  τα πυρακτωμένα μάτια. Θα περάσουν λοιπόν πολλές νύχτες και μέρες περιπλανώμενες στον κόσμο του περιθωρίου που η κρίση δημιούργησε, θα βιώσουν κρύες νύχτες στις στοές της πόλης μαζί με τους  άστεγους, θα κορέσουν την πείνα τους στα συσσίτια,  θα ζήσουν τον πλήρη ευτελισμό τους καθώς θα αναγκαστούν στην επαιτεία, μέχρι που ο Περικλής, ο άστεγος που είχε κουρνιάσει στο απέναντι από τον ξενώνα ερειπωμένο σπίτι θα τις βοηθήσει να επιστρέψουν στον ξενώνα.

Όσο καιρό οι κυρίες παραδέρνουν στην άλλη Αθήνα και στον ξενώνα τα πράγματα θα αλλάξουν πολύ. Μετά την έκπληξη και το φόβο της Κατερίνας  για την έξοδο των γυναικών, τα νέα για τα έργα του γιου της εναντίον των μεταναστών, ανάμεσα στους οποίους ήταν η Γιασμίν και το Μαηλάκι  θα οδηγήσουν την Κατερίνα στην επιστροφή στην Κρήτη και τα δυο κατατρεγμένα προσφυγάκια στον ξενώνα. Ο αιφνίδιος θάνατος του Πατριάρχη, το ερωτικό σμίξιμο του Ορέστη και της Δανάης, και η συνειδητοποίηση για τις δυο γυναίκες ότι μαζί θα συνεχίσουν την ζωή τους  κλείνει τον κύκλο με το αισιόδοξο μήνυμα πως το αντίδοτο σε κάθε φόβο είναι η αγάπη…….

Η κυρία Γαλανάκη, με μια εξαιρετική ελληνική γλώσσα, στο συγκεκριμένο της μυθιστόρημα αναμετριέται με τη ζώσα ιστορία, έχοντας στη φαρέτρα της πολύχρονη γνώση του ιστορικού μυθιστορήματος. Η φιλία της με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο και η κινηματογραφική του ματιά στο σενάριο της τελευταίας του ταινίας {Άλλη Θάλασσα}  την βοήθησαν να ξεπεράσει τις όποιες της αναστολές για την ενασχόληση της με τη σύγχρονη και να μας δώσει ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα, μωσαϊκό προσώπων, χαρακτήρων, ιδεολογιών, μωσαϊκό της Αθήνας αλλά και της Ελλάδας ολόκληρης.

Σε αυτό το ανθρωποκεντρικό μυθιστόρημα η συγγραφέας αφουγκράζεται τις μεγάλες ανατροπές της ελληνικής κοινωνίας στα χρόνια της κρίσης, αναστοχάζεται   τις εξεγέρσεις της γενιάς της, ψηλαφεί  τις σύγχρονες, συνδιαλέγεται με το παρόν και το παρελθόν και μας δίνει ένα στέρεο τελικά μυθιστόρημα τόσο από άποψη δομής όσο και περιεχομένου.

ΤΗΝ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ!!!!!!!!!


 - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - 





ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΗ

Μαρία Εμ.  Μαραγκουδάκη

 "ΔΙΠΛΗ ΟΨΗ"

Η Κάρμεν φορούσε μαύρα / Ο Άλλος εν  λευκώ

Εκδ. Εύμαρος, Αθήνα 2020


Η «ΔΙΠΛΗ ΟΨΗ» είναι το τέταρτο βιβλίο της Μαρίας Μαραγκουδάκη. Έχουν προηγηθεί μια ποιητική συλλογή «Έστω ότι…» (Οδός Πανός 2010), η συλλογή διηγημάτων «Μηδενική γωνία» (Εύμαρος 2017) και ο θεατρικός μονόλογος «Μαύρο γιασεμί» (Εύμαρος 2019).Επίσης συμμετέχει  στην περιοδική έκδοση (dPgeneration 2017) με οκτώ διηγήματα καθώς και στο συλλογικό έργο : «Εννέα Όγδοα»  (Εύμαρος, 2018).

Η «ΔΙΠΛΗ ΟΨΗ» είναι ένα μικρό, πυκνό, πολυεπίπεδο βιβλίο που περιλαμβάνει δύο   παράλληλους μονολόγους, που κάλλιστα, λόγω της θεατρικής τους δομής, θα μπορούσαν να ευτυχήσουν και στη σκηνή. Η συγγραφέας  με αυτό το έργο της επιχειρεί μια διακειμενική προσέγγιση. Συνδυάζει με επιτυχία διαφορετικά είδη γραπτού  λόγου: το αφήγημα με  το θεατρικό μονόλογο, την ποίηση και το δοκίμιο, καθώς με το τελευταίο εκδιπλώνει ελεύθερα στοχασμούς σε καίρια ζητήματα της ύπαρξης, στοχασμούς για τη μοναξιά, το νόημα της ύπαρξης και το θάνατο.

Στο πρώτο με τον τίτλο «Η Κάρμεν που φορούσε μαύρα» η Κάρμεν,  η ηρωίδα, μια γυναίκα άνω των εξήντα χρόνων αφηγείται την πολυτάραχη ζωή της  σε ένα άντρα που πληκτρολογεί. Η γυναίκα, που συστήνεται ως Κάρμεν, αλλά δεν τη λένε Κάρμεν, αφηγείται τη ζωή της σε κάποιον  «Μη γράφεις ό,τι βλέπεις. Να γράφεις τις ιστορίες που θα σου λέω. Γιατί αυτή είμαι. Είμαι οι πολλές ιστορίες μου. Αληθινές ιστορίες. Άλλες έχουν συμβεί, άλλες μπορεί να μην έχουν συμβεί, όμως όλες οι ιστορίες που θα σου πω έχουνε γραφτεί μέσα μου. Και να ξέρεις πως αληθινό είναι ό,τι γράφεται μέσα μας», του λέει. Και το ίδιο λίγο παραλλαγμένο, επαναλαμβάνει και ο Άνδρας  πριν το τέλος του δεύτερου μονολόγου.

Αυτήν την πολυτάραχη και  πολυδιάστατη ζωή της αναστοχάζεται  λοιπόν, αγωνίζεται και προσπαθεί να συναρμολογήσει η αφηγήτρια Κάρμεν, για αυτό αναθέτει στον ανώνυμο άνδρα τη συγγραφή, γιατί η ίδια έχει πρόβλημα με τα μάτια της. Θυμάται ανάκατα, ό,τι της έχει συμβεί, εξομολογείται και θέλει όλα να καταγραφούν. Διακατέχεται από την εμμονή να αποτυπωθούν στο χαρτί τα βιώματα και οι σκέψεις της. Αντλεί δύναμη για να ζήσει μόνο από την πίστη της πως μόλις βγει το βιβλίο θα είναι έτοιμη ακόμη και να πεθάνει.

Η Κάρμεν είναι μία γυναίκα που ζει ολομόναχη, ερμητικά κλεισμένη στο διαμέρισμα της με μόνη συντροφιά τις αναμνήσεις της, φοβάται το φως, αγαπά το κόκκινο χρώμα και μισεί το άσπρο. Κάρμεν είναι το ψευδώνυμο της, έμμεση αναφορά στην κινηματογραφική της persona, έμμεση αναφορά στην ηρωίδα του Μπιζέ, σύμβολο ομορφιάς και  ελευθερίας. Η τελευταία  Κάρμεν, κατά κόσμο Σταυρούλα, αναζητά τη διαφυγή της από τον ασφυκτικό κοινωνικό της περίγυρο, την απελευθέρωσης της, την αποδοχή  και  την αγάπη. Μαζί με το πραγματικό της όνομα  απαρνιέται   οριστικά  και το παρελθόν της. Είναι άλλωστε ένα βαρύ φορτίο από το οποίο επιζητά να απαλλαγεί. Άλλωστε εκδιώκεται από την οικογένεια της και την στέλνουν σε μια θεία της στη μεγαλούπολη.  Αφορμή  το γεγονός ότι στα δεκατέσσερα της έμεινε έγκυος και της έκαναν έκτρωση Η συνέχεια αναμενόμενη ∙ στα δεκαεπτά σπιτώθηκε από έναν παντρεμένο∙ και αμέσως μετά μας  ακολουθεί η εκπόρνευση «Κέρδισα λεφτά με το κορμί και την ομορφιά μου». Μέσα από αυτή δεν  αναζητά μόνο και  κυρίως το χρήμα

 «Εγώ όμως ήθελα πάντα να με αγαπούν, αυτός ήταν ο καημός μου, και το σώμα μου  ήταν ό,τι είχα και δεν είχα. Και υπήρχαν  άντρες που έδειχναν ότι μ ΄αγαπούσαν και θα πλήρωναν για το κορμί μου. Και είν΄ ωραίο να νιώθεις ότι το κορμί σου αξίζει…»

Στο δεύτερο μονόλογο  με τίτλο «Ο άλλος εν λευκώ» και υπότιτλο (άρα τις έστι), ο άνδρας, στα πεντηκοστά έβδομα γενέθλιά του, αναμετριέται  με τον χρόνο και παραληρεί επί παντός επιστητού. Η παραληρηματική του αφήγηση  ξεκινά με τη φράση «Έτσι κι αρχίζει να βραδιάζει κάτι με πιάνει, κάτι σαν τρέλα», που επαναλαμβάνει αρκετές φορές. Ψάχνει συνέχεια για τα κλειδιά του,- εκδήλωση της σύγχυσης και της υπαρξιακής του αγωνίας- ενώ επίμονα ένας ήχος καμπάνας τρυπάει το μυαλό του. Τάση φυγής, κόπωση απ’ όλους και απ’ όλα,  βασανιστικοί εφιάλτες αδιαφορία για τα πάντα «Δεν έχω επιθυμίες» Δεν έχω θλίψη. Μόνο μνήμες. Κι αυτές ξεθωριασμένες και αδύνατες», λέει. Ο φόβος συνέχει τα πάντα. «Ο θάνατος είναι η μόνη αλήθεια της ζωής». Την απόσταση από τη βιωμένη σπαρακτική απελπισία στην πράξη, τη διανύει ο ήρωας μας με την  αυτοχειρία του. Όμως με απρόσμενο τρόπο, στο τέλος του μονολόγου, η συγγραφέας αφήνει να διαφανούν οι  αξεδιάλυτοι δεσμοί που συνδέουν τον άνδρα και την Κάρμεν.

 Με τη  γραφή της η  Μαρ. Μαραγκουδάκη εντάσσει τη «διπλή όψη» στη βιωματική μυθοπλασία. Οι εξομολογήσεις των ηρώων της κινούνται μεταξύ της πρωτοπρόσωπης και της δευτεροπρόσωπης αφήγησης. Ο λόγος της μεστός, πυκνός, κοφτός, ρεαλιστικός. Στον πρώτο μονόλογο  διεισδύει στα μύχια της γυναικείας ψυχολογίας και μας προετοιμάζει για την υπερρεαλιστική γραφή, την υπερδιέγερση του δεύτερου, που ακολουθεί, με έναν ασθμαίνοντα καλπασμό που σε συνεπαίρνει. Η Μαρ. Μαραγκουδάκη ερωτοτροπεί  έντονα με τις τεχνικές της μικρής φόρμας και κινείται στο «τεντωμένο σκοινί» χωρίς να χάνει την ισορροπία της μεταξύ της ρεαλιστικής και της υπερρεαλιστικής αφήγησης – περιγραφής. Διαφεύγει ωστόσο, κάθε λίγο στο δρόμο της ποίησης διακόπτοντας  την πεζή διάταξη,  και μπολιάζοντας την με ποιητικά σπαράγματα. Αποκτά έτσι ο λόγος της την αρμόζουσα βαρύτητα ωσάν να μην αρκούσε ο πεζός λόγος για να μεταδώσει την τραγικότητα και την υπαρξιακή αγωνία των ηρώων μπροστά στα γηρατειά  και το θάνατο.   

 Η διεισδυτικότητα της γραφής  της Μαρίας Μαραγκουδάκη  σε κερδίζει. Χαράζει βαθιές τομές στη μοναξιά, όπως τη βιώνουν οι  δύο ήρωες, και ψυχογραφεί   δύο διαφορετικούς  και εν πολλοίς όμοιους   χαρακτήρες.  Καθώς διαβάζεις το βιβλίο και διεισδύεις βαθιά σε αυτό, αισθάνεσαι πως αναπνέουν και ζουν ανάμεσα μας, δίπλα μας και αυτή είναι η προσφορά και η απόλαυση  της καλής λογοτεχνίας.

                                                        

                                                                            Σταύρος Μποφυλάτος 



- - - - -                

Μαρία Εμ. Μαραγκουδάκη

Δεν ξέρω ακριβώς για ποιο λόγο γράφω. Φιλοδοξία; Ματαιοδοξία; Ανάγκη έκφρασης; Φοβάμαι το θάνατο; Φοβάμαι τη ζωή; Φλερτάρω με την αθανασία; Φλερτάρω με το τίποτα; Για το περίφημο «γνώθι σαυτόν»; Ίσως η απάντηση να είναι «ναι» σ’ ένα ή σε περισσότερα από τα παραπάνω, ίσως να ισχύει (και) κάτι άλλο που δεν έρχεται στο νου τώρα. Αυτό που μπορώ με βεβαιότητα να πω, είναι πως τις μέρες που δεν γράφω (και δεν είναι λίγες) τις θεωρώ «κούφιες», ανεξάρτητα από όποιες άλλες δραστηριότητες έχω ή δεν έχω τις μέρες εκείνες, μιας και, όχι σπάνια, τεμπελιάζω άσκοπα. Λένε πως όταν γράφουμε δεν ζούμε. Νομίζω πως ισχύει, εφόσον το γράψιμο είναι απολύτως μοναχική υπόθεση, αν και καλό θα ήταν να δώσουμε προηγουμένως έναν ορισμό στο ρήμα «ζούμε». Προσωπικά πάντα ένιωθα να έχω μια ζωή εκτός και παράλληλα άλλη μία ζωή εντός. Σ’ αυτό το όριο εκτός-εντός θεωρώ πως γράφω.



Γράφω λέξεις, σβήνω λέξεις, και πάει λέγοντας. Συμβαίνει μερικές από τις εναπομείνασες λέξεις να συγκροτούν άλλοτε ένα ποίημα, άλλοτε ένα διήγημα, άλλοτε ένα θεατρικό μονόλογο. Με την ποιητική γραφή θεωρώ πως έχω κλείσει το λογαριασμό, όχι όμως και με την ποίηση, άλλωστε η ποίηση, με την ευρύτερη έννοια, δύναται να ενυπάρχει σε κάθε είδος γραφής. Αγαπώ το διήγημα και ασχολούμαι κυρίως μ’ αυτό, ίσως γιατί προτιμώ τον πυκνό λόγο, αυτήν την περίληψη ζωής που μπορεί να συμπυκνωθεί σ’ ένα και μόνο κάδρο.

Πηγή έμπνευσης είναι τα θραύσματα μνήμης, είναι οι απώλειες, είναι τα όνειρα, οι ανεκπλήρωτες επιθυμίες, μια μουσική, μια φωτογραφία, μια φευγαλέα εικόνα, μια λέξη. Φυσικά η όποια έμπνευση είναι μόνο το έναυσμα, η αφετηρία για μια δύσβατη διαδρομή με εκπλήξεις και ενίοτε απρόσμενη κατάληξη.

Το τελευταίο βιβλίο μου «Διπλή όψη», όπως μαρτυρά ο τίτλος έχει δύο μέρη, «Η Κάρμεν φορούσε μαύρα», «Ο Άλλος εν λευκώ». Πρόκειται για δύο αυτοτελείς μονολόγους, που όμως συνομιλούν, συνδέονται με νήματα κοινά. Οι ήρωες, σε υψηλές θερμοκρασίες, αφηγούνται αποσπασματικά, σκέφτονται, αναπολούν, λυπούνται, προβληματίζονται. Η μορφή είναι κυρίως θεατρική με εμβόλιμα κατά τόπους ποιητικά στοιχεία. Είναι το είδος της γραφής που απολαμβάνω. Ο θεατρικός μονόλογος και ως αναγνώστη και ως συγγραφέα με γοητεύει ιδιαίτερα. Αισθάνομαι σαν ηθοποιός που δεν υποδύεται απλά έναν ρόλο, είναι ο ρόλος.

Είμαι τυχερή όσο αφορά την έκδοση. Είναι το τρίτο κατά σειρά βιβλίο μου από τις εκδόσεις «Εύμαρος» και η συνεργασία μας εκτός από άψογη έχει αυτή τη δυσεύρετη ζεστασιά και ζωντάνια της παρέας.
Μόνιμη ενασχόληση είχα και έχω το διάβασμα. Φυσικά ως συνταξιούχος πλέον έχω περιορισμένες δραστηριότητες, αν και εξακολουθώ να διδάσκω σ’ ένα κοινωνικό φροντιστήριο, απ’ όπου εισπράττω περισσότερα απ’ όσα προσφέρω.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

Η Μαρία Εμ. Μαραγκουδάκη γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης. Ζει στην Αθήνα. Έχει εκδώσει την  ποιητική συλλογή «Έστω ότι…» (Οδός Πανός 2010), τη συλλογή διηγημάτων «Μηδενική γωνία» (Εύμαρος 2017), τον θεατρικό μονόλογο «Μαύρο γιασεμί» (Εύμαρος 2019), τη συλλογή διηγημάτων «ΔΙΠΛΗ ΟΨΗ» (Εύμαρος 2020). Επίσης συμμετέχει  στην περιοδική έκδοση (dPgeneration 2017) με οκτώ διηγήματα καθώς και στο συλλογικό έργο : «Εννέα Όγδοα»  (Εύμαρος, 2018) ενώ δημοσιεύει τακτικά βιβλιοκριτικές στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο.



                    - - - - - - - - - - - - - -                                                    


        Νικος Δαββέτας « Η Εβραία Νύφη», εκδ. Πατάκης

                                        

Το  βιβλίο του Νίκου Δαββέτα η «Εβραία Νύφη» συζητήθηκε  στη Λέσχη Ανάγνωσης του Πολιτιστικού-Επιστημονικού Συλλόγου  Χαλανδρίου «Αργώ» την Δευτέρα 13 Ιανουαρίου 2019   Στην αρχή της εκδήλωσης ο υπεύθυνος  της Λέσχης, φιλόλογος κ. Μποφυλάτος Σταύρος, παρουσίασε τον συγγραφέα και το βιβλίο του. Στη συνέχεια ο ίδιος ο συγγραφέας μίλησε για το έργο του και ειδικότερα για το βιβλίο του και απάντησε σε ερωτήσεις του κοινού. Ακόμη διαβάστηκαν αποσπάσματα  από το βιβλίο. Παρουσιάζουμε την εισήγηση του κ. Μποφυλάτου Σταύρου, χωρίς διορθώσεις, διατηρώντας αυτούσιο το ύφος και την προφορικότητά  της.

                                 ΕΙΣΗΓΗΣΗ

        Νικος Δαββέτας   «Η Εβραία Νύφη», εκδ. Πατάκης

Αγαπητοί φίλοι και φίλες, Καλή Χρονιά

Σας καλωσορίζουμε στη σημερινή μας συνάντηση με τον συγγραφέα κ. Νίκο Δαββέτα για να συζητήσουμε για το μυθιστόρημα του η «Η Εβραία Νύφη», εκδ. Πατάκης.

Πριν ξεκινήσουμε τη συζήτηση θα ήθελα να σας συστήσω το σημερινό καλεσμένο μας ,αν και στους περισσότερους από σας είναι γνωστό το έργο του.

Ο Νίκος Δαββέτας  γεννήθηκε στην Αθήνα (1960) είναι συγγραφέας, ποιητής , βιβλιοκριτικός  (στον ημερήσιο τύπο) και δάσκαλος δημιουργικής  γραφής. Κάνει την πρώτη του εμφάνιση το 1981 με κείμενα του στο λογοτεχνικό περιοδικό «Διαγώνιος» .Από το 1983 έχει εκδώσει συνολικά δώδεκα βιβλία: ΄Εξη ποιητικές συλλογές, μια συλλογή  διηγημάτων («Ιστορίες μιας ανάσας»), και πέντε μυθιστορήματα («Το Θήραμα», «Λευκή πετσέτα στο ρινγκ», «Η Εβραία νύφη», «Ο ζωγράφος του Μπελογιάννη», «Ωστικό Κύμα»). Το 2010, το μυθιστόρημα του «Η Εβραία νύφη», τιμήθηκε με το βραβείο καλύτερου μυθιστορήματος της Ακαδημίας Αθηνών  και συμπεριλήφθηκε στην διδασκαλία του Ολοκαυτώματος της Μέσης Εκπαίδευσης. Το 2008 εκπροσώπησε την Ελλάδα στη  διεθνή έκθεση   βιβλίου της Λειψίας, το 2007 στην ημερίδα του Yale (ΗΠΑ) για το Ευρωπαϊκό ιστορικό μυθιστόρημα και το 1996 στην «Εβδομάδα λογοτεχνίας» στο Λονδίνο. Ποιήματα και πεζά του μεταφράσθηκαν Ολλανδικά, Ισπανικά, Γερμανικά, Αγγλικά. Εργάστηκε ως  βιβλιοκριτικός στις εφημερίδες «Το Βήμα», «Ελεύθερος Τύπος», «Εφημερίδα των Συντακτών», «Καθημερινή» και συνεργάστηκε με τα περισσότερα λογοτεχνικά περιοδικά  («Η λέξη», «Το Δέντρο», «Εντευκτήριο», «Νέα Εστία» κα). Συνεργάστηκε επίσης με τον Μάνο Χατζηδάκι στην έκδοση του περιοδικού «Το Τέταρτο» και με τον ποιητή Ντίνο Χριστιανόπουλο στο ιστορικό περιοδικό της Θεσσαλονίκης «Διαγώνιος».  Επιμελήθηκε σειρά λογοτεχνικών πορτραίτων στο δορυφορικό πρόγραμμα της ΕΡΣ, και επί μια διετία (1990-1992)είχε σειρά λογοτεχνικών παρουσιάσεων στην τηλεοπτική εκπομπή «Χρώματα» της ΕΡΣ και στον ραδιοφωνικό σταθμό «Αθήνα 9, 84».

«Η Εβραία νύφη» (ο τίτλος προέρχεται  από τον ομώνυμο τίτλο του γνωστού πίνακα του Ρέμπραντ) είναι το πιο γνωστό και πολυδιαβασμένο από το μυθιστορήματα του συγγραφέα. Εκδόθηκε το 2009 από τον Κέδρο», επανεκδόθηκε  από το Μεταίχμιο το 2014 και η τελευταία έκδοση, νέα έκδοση από τον Πατάκη 2019.ΟΙ επανειλημμένες επανεκδόσεις πιστοποιούν το διαρκές ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού αλλά και την ανθεκτικότητα του στο χρόνο.

Το μυθιστόρημα για το οποίο σήμερα συζητάμε  είναι ένα πολυεπίπεδο μυθιστόρημα ,όχι μόνο γιατί συνομιλεί διαρκώς το παρελθόν με το παρόν , η μνήμη με την απώθηση, η ιστορία  διαλέγεται με τη λογοτεχνία, και τη τέχνη γενικότερα ,η ζωή με το θάνατο, αλλά  γιατί βρίσκεται  και σε μια διαλεκτική αντίθεση η  ενοχή με την εναγώνια αναζήτηση της αποσιωπημένης αλήθειας , η αποδοχή του άλλου με την απόρριψη.

Ο αφηγηματικός καμβάς στήνεται πάνω και γύρω από μια εκρηκτική , ερωτική σχέση ,η οποία δεν στηρίζεται στην ερωτική έλξη ,αλλά στο θάνατο των πιο στενών συγγενικών προσώπων και για αυτό είναι και καταδικασμένη στη συντριβή. ΄Όπως εξομολογείται  ο αφηγητής ανακαλώντας από τη μνήμη του την αφετηρία αυτής της σχέσης  «Εγώ μόλις είχα χάσει τη μητέρα μου ,εκείνη  μόλις είχε χάσει τον πατέρα της .Μάλλον αυτό που εκτίμησε  ο ένας στον άλλο ήταν το πένθος. Η θλίψη που ο καθένας  κουβαλούσε στους ώμους του αγόγγυστα ,με αξιοπρέπεια ελπίζοντας μια μέρα να ενώσει τα κομμάτια του μέσα στην τήξη των συναισθημάτων. Όμως κανένα πένθος ,όσο μεγάλο κι αν είναι ,δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη σαγήνη του έρωτα. Μπορεί πρόσκαιρα να ασκήσει μια έλξη καθώς μεταμφιέζεται σε κάτι ηρωικότερο ,σύντομα όμως σ΄ αρρωσταίνει.» Είναι  δύο άνθρωποι που χάνουν το παρόν και αδυνατούν ακόμα και να σκεφτούν για το μέλλον, καθώς η προσοχή τους είναι στραμμένη στις σκιές που τους ακολουθούν απ’ το παρελθόν. Ένα παρελθόν που δεν τους ανήκει, αφού αφορά τις πράξεις και τα έργα των γεννητόρων τους. 

Η ερωτική γνωριμία ενός επιτυχημένου δημοσιογράφου, μέσης ηλικίας  με τη Νίκη, με μια ανύπαντρη, όχι τόσο νέα γυναίκα, ανορεξική, αλκοολική, και συναισθηματικά άστατη θα εξελιχθεί σταδιακά και επώδυνα  σε ένα σφοδρό έρωτα  και μέσω αυτού  στην εναγώνια καταβύθιση  και  στην ανάδυση στο φως της μνήμης  καθώς και της συνείδησης του ατομικού και συλλογικού  παρελθόντος .Εδώ η ερωτική σχέση λειτουργεί ως αφορμή και αφετηρία για την ανάδυση του απωθημένου τραύματος γεγονός που οδηγεί στην τραγική   κάθαρση. Η Νίκη, η ηρωίδα του μυθιστορήματος, έγκυος, σωματικό και ψυχικό ράκος, αναζητά στη Γερμανία  στα κατοχικά αρχεία χειροπιαστές αποδείξεις των εγκλημάτων του πατέρα της και αυτοκτονεί στο Βερολίνο  μη αντέχοντας το βάρος των ενοχών που έχει εσωτερικεύσει  για όσα έπραξε ο πατέρας της. Δοσίλογος-συνεργάτης των Γερμανών πρωταγωνιστής στη λεηλασία των εβραϊκών περιουσιών της Θεσσαλονίκης, μακροημέρευσε  ως ευυπόληπτος πολίτης και ισχυρός παράγοντας της τοπικής κοινωνίας και κηδεύτηκε με δόξες και τιμές σημαδεύοντας ανεπανόρθωτα σωματικά και ψυχικά την κόρη του. Η Νίκη ως άλλη «φεύγουσα κόρη» δραπετεύει μ’ ένα άλμα στο κενό απ’ ό,τι την τυραννά εξαιτίας της πατρικής «κληρονομιάς». 

Με τη σειρά του ο ήρωας του μυθιστορήματος ,ο άλλος πόλος της ερωτικής σχέσης, ο μεσήλικας επιτυχημένος δημοσιογράφος, ο  αφηγητής, ο  γιος αριστερού, εξόριστου της Μακρονήσου, ο οποίος  λόγω  επιπολαιότητας βρέθηκε αργότερα να πολεμά από τις τάξεις του Εθνικού Στρατού τον Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας.  και έφυγε νέος απ’ τη ζωή, χρεοκοπημένος και έχοντας αποτύχει σε κάθε προσπάθεια να ορθοποδήσει επαγγελματικά και κοινωνικά ,αδιάφορος και απόμακρος για την οικογένεια του  βασανίζεται από παρόμοιο τραύμα αφού  αδυνατεί να κλάψει για τον απόντα γονιό και όλους τους νεκρούς που στοιχειώνουν τη δικιά του ζωή.

Αναζητεί  εναγωνίως –σε ώριμη ήδη ηλικία- να ανασυνθέσει το πρόσωπο του: «Ποιος ήταν πραγματικά ο πατέρας μου;»(σ.86).Η αυτοκτονία  όμως της αγαπημένης του θα τον βυθίσει στην έσχατη αυτεπίγνωση, στο πένθος και στην απελπισία: η αγαπημένη του είναι νεκρή, η καλοκουρδισμένη ζωή του άδεια ,χωρίς νόημα, οι λογαριασμοί του με τους δικούς του νεκρούς παραμένουν ανοικτοί και συνεπώς τα τραύματα του παρελθόντος ανεπούλωτα.

Αν  και σε ένα πρώτο επίπεδο μπορεί κανείς να προσεγγίσει την «Εβραία νύφη» ως ένα ερωτικό μυθιστόρημα νομίζω ότι περιορίζει το εύρος του. Δεν είναι μόνο και δεν είναι κυρίως ένα ερωτικό μυθιστόρημα, γιατί ενώ το έργο μοιάζει να αφηγείται την ερωτική ιστορία ανάμεσα σε μια νεαρή ανορεξική με πατέρα φιλοναζιστή και σε ένα νέο άντρα με προβλήματα αποδοχής του δικού του οικογενειακού παρελθόντος, στην ουσία  δεν διστάζει να αναμετρηθεί με τις «μαύρες τρύπες» της της νεοελληνικής ιστορίας, να αναμοχλεύσει  και να φέρει στην επιφάνεια  συλλογικά τραύματα ,τραύματα για τα οποία μόλις τα τελευταία χρόνια η ιστορική έρευνα  αλλά και η λογοτεχνία στρέφει προσεκτικά ί το βλέμμα της .Σε δύο  από αυτά  τα αποσιωπημένα έως πρόσφατα τραύματα επικεντρώνει το ενδιαφέρον και στρέφει το βλέμμα του  ο συγγραφέας :

Το ένα είναι η τύχη των Εβραίων της Θεσσαλονίκης και το άλλο ο Εμφύλιος Πόλεμος. Είναι δυο τραύματα που φαίνεται  να μην έχουν ακόμα κλείσει. Το αποσιωπημένο τραύμα που στοιχειώνει τη μεταπολιτευτική Θεσσαλονίκη  φέρνει μπροστά μας ο  συγγραφέας  –η εξόντωση  των  εβραίων  της Θεσσαλονίκης ,η αρπαγή των περιουσιών τους αλλά η και  η «υποδοχή» από τους θεσσαλονικείς  όσων από αυτούς κατάφεραν να επιστρέψουν από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και βρήκαν τις περιουσίες τους να τις νέμονται άλλοι.  Η κάθαρση για τα εγκλήματα των ναζί και των δοσίλογων συνεργατών τους δεν έχει συντελεστεί .Αντίθετα ο διωγμός των Εβραίων  στο πρόσωπο του πατέρα της Νίκης    όχι μόνο  θα μείνει ως το τέλος ατιμώρητος, αλλά ο ίδιος  θα απολαμβάνει ως μέλος της οικονομικής ολιγαρχίας τα πλούτη που σώρευσε από την αρπαγή της περιουσίας των Εβραίων ,θα πρωταγωνιστεί  στο ακροδεξιό στερέωμα της πόλης τη δεκαετία του ’60 ,θα συνεργαστεί στενά με τη Χούντα και θα κατορθώσει να προσχωρήσει μετά την μεταπολίτευση στη Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Καραμανλή για  να ζήσει το υπόλοιπο της ζωής του ανέφελα ,χωρίς κανείς να ασχοληθεί με το βίο και την πολιτεία του, και τέλος να κηδευτεί  μεγαλοπρεπώς  . Επιπλέον τα θύματα του Ολοκαυτώματος ,δευτερεύοντες ήρωες, υποφέρουν πολλαπλά ,φέρουν τραύματα  ανεξίτηλα στο σώμα, στο νου  και την ψυχή τους. Είναι καταδικασμένοι  να ζουν και να κουβαλούν τον τρόμο. Επιπλέον , όχι μόνο έμειναν ατιμώρητοι οι διώκτες τους ,οι άρπαγες των περιουσιών τους, αλλά καθώς επιστρέφουν τα θύματα στη γενέθλια πόλη αναγκάζονται  να συμβιώνουν με τους θύτες.

Αλλά και τα τραύματα του Εμφυλίου-  μοιάζουν να παραμένουν ανεπούλωτα, αφού οι νικητές  κυνήγησαν ανελέητα τους νικημένους  και «φρόντισαν» έως και τη δεκαετία του ’80  να  τους αποκλείσουν από τη μεταπολεμική  κοινωνία. Οι παρένθετες αφηγήσεις ,οι αφηγήσεις των δευτερευόντων προσώπων , λειτουργούν ως τεκμήρια προφορικής ιστορίας που πλαισιώνουν τον αφηγηματικό ιστό και επιβεβαιώνουν τόσο ως προς το Ολοκαύτωμα όσο και ως προς τον Εμφύλιο το βαθύ  ανεπούλωτο τραύμα .

Είναι όμως η Ιστορία που παρασέρνει στο διάβα της και συντρίβει τους ήρωες μας ; Είναι η αδυναμία τους να αναμετρηθούν με το παρελθόν των προγόνων τους  και να συμφιλιωθούν μαζί τους; Είναι μόνο το βάρος της ενοχής που κουβαλούν- επί  του προκειμένου η Νίκη- για τα εγκλήματα της ζωής τους ή με κάτι άλλο  βαθύτερο, που αφορά και αναφέρεται σε αυτούς τους ίδιους ; Είναι μήπως  η απουσία νοήματος για τους ίδιους ,η υπαρξιακή τους αγωνία, η αίσθηση πως είναι «νεκροζώντανοι» σε ένα  παροντικό κόσμο στερημένο από κάθε αξία ; ΄Όλα αυτά είναι ερωτήματα που μου δημιουργήθηκαν  από την ανάγνωση του βιβλίου και θέλω να τα μοιραστώ μαζί σας και με τον συγγραφέα  

 Δεν  θα ήθελα να παραλείψω και να μην αναφερθώ –έστω και επιγραμματικά λόγω της πίεσης του χρόνου-  και σε οτιδήποτε άλλο αποκόμισα από την ανάγνωση αυτού του πυκνογραμμένου, στέρεου  στη δομή του, πολυεπίπεδου , πολυφωνικού , τολμηρού στη θεματολογία του, με ισορροπημένες αναλογίες μυθιστορήματος, που μετακινείται  συνεχώς και με επιτυχία από τον παροντικό στον παρελθοντικό χρόνο. Είναι  ένα μυθιστόρημα που βασίζεται τόσο σε εμπεριστατωμένη και διεξοδική μελέτη της ιστορίας, όσο και   σε ένα πρωτότυπο στη σύλληψη του και την επεξεργασία του μύθο για τον οποίο καταφέρνει, ο συγγραφέας χάρις στην αφηγηματική  του δεινότητα  να διατηρήσει αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη μέχρι την τελευταία σελίδα. ΄Ένα μυθιστόρημα που ζωντανεύει και διατηρεί στη μνήμη μας χαρακτήρες, και  αυτό ισχύει τόσο για τους πρωταγωνιστές όσο και για τους δευτεραγωνιστές.

Τέλος δεν θα ήθελα  να συμπεριλάβω στις αρετές αυτού του βιβλίου τις ζωντανές περιγραφές, τους λεπτοδουλεμένους  διάλογους  χωρίς κάτι το περιττό, λέξεις-βελονιές που κεντούν έναν λιτό και παρόλα αυτά πλούσιο αφηγηματικό καμβά. Μικρά κεφάλαια που κάποια θαρρείς πως θα μπορούσαν να λειτουργήσουν και αυτόνομα, ωστόσο είναι τόσο καλά δεμένα μεταξύ τους, ακόμα και στις περιπτώσεις που ο βασικός αφηγητής δίνει για λίγο τη σκυτάλη και σε άλλους, που όλα μαζί συνθέτουν ένα αρμονικό σύνολο. 

Αφού σας ευχαριστήσω για την παρουσία σας και την προσοχή σας αισθάνομαι την ανάγκη, αφού πρώτα τον καλωσορίσω , να δώσω το λόγο στον προσκεκλημένο μας προκειμένου να μας μιλήσει για το βιβλίο του και γενικότερα για το συγγραφικό του έργο και να απαντήσει σε ερωτήσεις και παρατηρήσεις




 - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - 



Εισαγωγικό σημείωμα

Για το  μυθιστόρημα του Ντάβιντ Ντιόπ «Τη νύχτα όλα τα αίματα είναι μαύρα», εκδ. Πόλις  συζήτησαν με το κοινό η μεταφράστρια του βιβλίου κ. Αλεξάνδρα Κωσταράκου και η  κ. Τεμπέλη Γεωργία, φιλόλογος, τη Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2020 στα γραφεία του Επιστημονικού-Πολιτιστικού Συλλόγου «Αργώ»

Σήμερα δημοσιεύουμε την εισήγηση της κ. Τεμπέλη Γεωργία

  

ΝΤΑΒΙΝΤ ΝΤΙΟΠ: Τη νύχτα όλα τα αίματα είναι μαύρα.


Κυρίες και κύριοι, φίλες και φίλοι,

Είναι μεγάλη μας η χαρά να έχουμε μαζί πάλι μας την κυρία Αλεξάνδρα Κωσταράκου, μεταφράστρια του βιβλίου του Ντάβιντ Ντιόπ, «Τη νύχτα όλα τα αίματα είναι μαύρα», καθώς και την κυρία Έφη Γαζή, αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιστορίας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, που έγραψε το επίμετρο  της έκδοσης στα ελληνικά.  Είναι λοιπόν μαζί μας για να μας βοηθήσουν προκειμένου να αναλύσουμε  σε βάθος το έργο του Ντιόπ και τις ιστορικές συνθήκες στις οποίες αναφέρεται το μυθιστόρημα. Με τη συζήτηση που θα  ακολουθήσει  πιστεύω πως όλοι μας θα κατανοήσουμε πληρέστερα τόσο την εποχή του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου όσο και την εκμετάλλευση και την καταπίεση  που υπέστησαν και υφίστανται ακόμη και σήμερα οι λαοί της Αφρικής από την αποικιοκρατία και την «νεοαποικιοκρατία».

Βέβαια, το μυθιστόρημα δεν είναι ιστορικό αν και αντλεί υλικό και έμπνευση από τον Α΄Παγκόσμιο Πόλεμο. Ποιος είναι όμως  ο Νταβίντ Ντιόπ, το έργο του οποίου ανέλαβαν να μας γνωρίσουν οι εκδόσεις «Πόλις» ; Ο συγγραφέας,  κατάγεται από τη Σενεγάλη, μεγάλωσε στη Σενεγάλη, όπου και τέλειωσε το Λύκειο και στη συνέχεια σπούδασε Γαλλική Φιλολογία. Σήμερα ζει και εργάζεται  σαν αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Πω, όπου διδάσκει γαλλική γραμματολογία του 18ου αι. και  παράλληλα γαλλόφωνη αφρικανική λογοτεχνία. Αν και  γεννημένος και σπουδαγμένος στο Παρίσι, δίνει φωνή όχι μόνο στους συμπατριώτες του αλλά σε όλους τους πολίτες του κόσμου για να εκφράσουν την αντίθεση τους στον πόλεμο, το ρατσισμό, την εκμετάλλευση  ανθρώπου από άνθρωπο. Παράλληλα, σ΄ένα δεύτερο επίπεδο, το μυθιστόρημα είναι ένας ύμνος στη φιλία, την ειρηνική ζωή, τον έρωτα, την απλή και συγχρόνως δύσκολη ζωή των  Αφρικανών. Σε τρίτο επίπεδο το μυθιστόρημα είναι ψυχαναλυτικό, καθώς ο Ντιόπ εισχωρεί στα βάθη της ανθρώπινης ψυχής, τις μεταλλάξεις της και το πέρασμα  της από την αθωότητα στην απόλυτη θηριωδία και σκληρότητα, στο ακαταλόγιστο της τρέλας. Γίνεται έτσι ένα μυθιστόρημα καθαρά αντιπολεμικό, σύγχρονο και επίκαιρο καθώς πολλαπλασιάζονται οι εστίες της αναταραχής και πλησιάζουν επικίνδυνα ακόμα και στη γειτονιά μας, αν και αναφέρεται στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Προπαντός είναι  αντιρατσιστικό καθώς ο πυρήνας της στρατολόγησης των δύο ηρώων είναι το χρώμα και η καταγωγή τους.

 Ο Μαντέμπα, κοντός, άσχημος και καχεκτικός και ο Αλφά, ψηλός και δυνατός ζουν στο Γκαντιόλ της Σενεγάλης, όταν ο Μαντέμπα πείθει τον φίλο του Αλφά να  καταταγούν στο γαλλικό στρατό. Παρότι η πρώτη προσπάθεια στρατολόγησης αποτυγχάνει, ο πεισματάρης Μαντέμπα καταφέρνει τελικά – μετά από μεγάλη εξάσκηση σωματικής ενδυνάμωσης- να καταταγεί στο γαλλικό στρατό όχι μόνο για να σώσει τη μητέρα πατρίδα ,αλλά κυρίως γιατί θεωρεί τον πόλεμο ευκαιρία να γνωρίσει τον απέραντο κόσμο, να γίνει Γάλλος πολίτης, να εγκατασταθεί στο Σαιν- Λουί, να γίνει έμπορας, να, να, να…….. Ο Αλφά, που τον έχει πάνω από αδελφό,  τον ακολουθεί στο όνειρο…….

Όμως ο Μαντέμπα Ντιόπ  τραυματίζεται άσχημα  στο μέτωπο και ο Αλφά, ξαπλωμένος δίπλα του και κρατώντας τον από το χέρι,  αρνείται να υποκύψει στη σπαρακτική παράκληση του φίλου του, που ψυχορραγεί, να τον αποτελειώσει όσο το δυνατόν γρηγορότερα για να γλιτώσει από τους φρικτούς πόνους. Ο Αλφά, για να μην παραβεί τους νόμους των προγόνων του,  δεν δείχνει ανθρωπιά στο φίλο του και αυτό τον οδηγεί σιγά-σιγά στη διαστρέβλωση της σκέψης, στην παράνοια, στην εμμονή, στην απόφαση για εκδίκηση ….. Παγιδευμένος στην παράνοια του πόνου και του πολέμου ο Αλφά  μετατρέπεται από ένα αθώο στρατιώτη που επιθυμούσε να αλλάξει τη ζωή του με τον πόλεμο σε στυγνό και αιμοδιψή, χωρίς αναστολές και ηθικούς φραγμούς, άνθρωπο. Βγαίνει νύχτα στα χαρακώματα, στη γη του κανενός, με σκοπό να παρασύρει κάποιο Γερμανό, τον ακινητοποιεί, του βγάζει τα έντερα του, του κόβει το ένα χέρι και το παίρνει σαν λάφυρο…. Η διαδικασία, που αρχικά γίνεται αποδεκτή με ενθουσιασμό από τους συμπολεμιστές του, όταν επαναλαμβάνεται συστηματικά και τα αποξηραμένα σα ψάρια χέρια των εχθρών φτάνουν τα επτά, ο Αλφά απομονώνεται και οδηγείται στα Μετόπισθεν μαζί με τα κρυμμένα, φασκιωμένα χέρια των εχθρών…….

Στα Μετόπισθεν, με τη βοήθεια του καλού ανθρώπου, γιατρού Φρανσουά ο Αλφά καθαρίζει το μυαλό του που το «μαγάρισε ο πόλεμος». Μέσα από τις ζωγραφιές και τις αναμνήσεις επιστρέφουμε-γνωρίζουμε- το κόσμο της αθωότητας, της ειρήνης,του έρωτα, της Αφρικής των χρωμάτων και του διαφορετικού πολιτισμού της.

Πολλά και δύσκολα τα θέματα του βιβλίου, δοσμένα με γλώσσα απλή αλλά ποιητική, σχεδόν τραγουδιστή. Η αντίθεση, σαν σχήμα λόγου, κυριαρχεί και εξισορροπεί θαυμάσια, μορφή και περιεχόμενο όχι μόνο στην περιγραφή της αγριότητας του πολέμου και της ειρηνικής ζωής στην Αφρική αλλά και στην μεταστροφή της νεανικής αθωότητας του πρωταγωνιστή του μυθιστορήματος σε μια απίστευτη σκληρότητα του πρωταγωνιστή. Ο εσωτερικός μονόλογος του Αλφά, στην προσπάθεια του να δείξει τις δυο όψεις των πραγμάτων και τον προβληματισμό του για τη σχετικότητα των αρχών και των απόψεων,  κάνει την αφήγηση του ρέουσα με εσωτερικό ρυθμό και αρμονία. Το ύφος ανεπιτήδευτο, άλλοτε σκληρό και άλλοτε λυρικό για να υπηρετήσει τους ήρωες κατά το εικός και το αναγκαίο. Πυκνό και εξαίρετο έργο που θεωρώ ότι αξίζει την παρουσίαση του, όχι μόνο γιατί αποτελεί ένα ιστορικό ντοκουμέντο για τη συμμετοχή των λαών της Αφρικής στο Α παγκόσμιο πόλεμο, αλλά, και γιατί από άποψη λογοτεχνική, είναι ένα ολοκληρωμένο έργο!

     Σας ευχαριστώ πολύ.


ΣΗΜΕΙΩΜΑ 

Αγαπητοί φίλοι και φίλες, 
αισθανόμαστε την ανάγκη να επικοινωνήσουμε μαζί μας προκειμένου να ανανεώσουμε με διαφορετικούς τρόπους την επικοινωνία μας. Εξαιτίας του κορονοϊού αναγκαστήκαμε να διακόψουμε τις τακτικές συναντήσεις μας στα γραφεία του συλλόγου μας, με συγγραφείς και μεταφραστές βιβλίων. Αυτό άλλωστε ήταν επιβεβλημένο για λόγους προστασίας όλων μας. 

Μεσολάβησε το καλοκαίρι, οι διακοπές που μας κράτησαν μακριά. Ελπίζαμε όμως πως με την έναρξη του φθινοπώρου θα επαναλάβουμε τις τακτικές μας συναντήσεις. Δυστυχώς η έξαρση του αριθμού των κρουσμάτων, η απαγόρευση συγκεντρώσεων σε κλειστούς χώρους είναι όροι απαγορευτικοί -προς το παρόν- για δια ζώσης συναντήσεις με συγγραφείς και μεταφραστές βιβλίων. 

Παραμένει η αγάπη για το βιβλίο ως σταθερή κοινή μας ανάγκη και αξία αναφοράς. Η ενημέρωση και ο διάλογος σχετικά με βιβλία είναι κοινή αναζήτηση.΄Ολα λοιπόν τα προηγούμενα μας οδηγούν στην επινόηση νέων τρόπων επικοινωνίας, αφού η επαναλειτουργία της Λέσχης Ανάγνωσης στην προγενέστερη μορφή της είναι αδύνατη και αδιανόητη, εξαιτίας των περιορισμών που μας θέτει η υγειονομική κρίση. 

Σχεδιάζουμε λοιπόν –αξιοποιώντας την ιστοσελίδα και το Facebook του Συλλόγου "ΑΡΓΩ" να αναρτούμε ανά τακτά χρονικά διαστήματα κριτικές για βιβλία που διαβάσαμε και προτείνουμε και σε εσάς. ΄Αλλωστε ορισμένα από αυτά τα βιβλία είχαμε προγραμματίσει να τα παρουσιάσουμε, αλλά δυστυχώς λόγω των συνθηκών αυτό δεν κατέστη κατορθωτό. 

Επιπλέον θα αναρτούμε σταδιακά τις εισηγήσεις που έγιναν από τους υπεύθυνους της Λέσχης στη διάρκεια των δια ζώσης συναντήσεων όλο το προηγούμενο διάστημα.΄Ετσι θα έχουν την ευκαιρία όχι μόνο όσοι συμμετείχαν στις συναντήσεις της Λέσχης, αλλά και όσοι δεν συμμετείχαν να μοιραστούν τις σκέψεις μας, και τα συναισθήματα που μας δημιούργησε η ανάγνωση των βιβλίων. Θα επιχειρήσουμε με τον τρόπο αυτό μια νοερή προσέγγιση. 

Οι σχεδιασμοί μας αυτοί είναι ανοικτοί και σε άλλες προτάσεις. Δικές σας προτάσεις. Θα ήταν χαρά μας , αν μέσω των ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας του συλλόγου μας, κατορθώσουμε να διατηρήσουμε ζωντανή την επικοινωνία και να συσφίξουμε ακόμα περισσότερο τις σχέσεις , που με τόση προσπάθεια, τόσα χρόνια  δημιουργήσαμε. Με την ελπίδα ότι γρήγορα θα ξεπεράσουμε την κρίση και θα επαναλάβουμε δια ζώσης και τις συναντήσεις της Λέσχης μας, σας ευχόμαστε κουράγιο και δύναμη με καλές αναγνώσεις 

Καλό Φθινόπωρο 

Με φιλικούς Χαιρετισμούς 
Οι Συντονιστές της Λέσχης 
Σταύρος Μποφυλάτος 
Γεωργία Τεμπέλη



ΒΙΒΛΙΟΦΙΛΕΣ  ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ


Αγαπητοί  φίλοι και φίλες

Στη στήλη αυτή θα συναντήσετε βιβλία που επιλέξαμε, διαβάσαμε ,μας άρεσαν και σας τα προτείνουμε. Βιβλία όλων των ειδών λογοτεχνία, (πεζογραφία, ποίηση), δοκίμια,  μελέτες, έρευνες κ.ο.κ. Οι επιλογές μας προσδιορίζονται από τις πνευματικές μας αναζητήσεις,  το προσωπικό  γούστο και  τα ενδιαφέροντα μας, και πάνω όλα την αισθητική απόλαυση, τον πνευματικό και κοινωνικό αναστοχασμό, που μας δημιουργεί  το ίδιο το βιβλίο. Με αυτές τις επιλογές επιχειρούμε να επικοινωνήσουμε μαζί σας  και να διαδώσουμε την αγάπη για το καλό βιβλίο.

Η στήλη είναι ανοιχτή και στις δικές σας προτάσεις. Περιμένουμε να τις στείλετε  στην ιστοσελίδα  του συλλόγου μας- με παραπομπή  για τη Λέσχη Ανάγνωσης. Με την  αποκλειστική  υποχρέωση να είναι το κείμενο σε ηλεκτρονική μορφή  και να  μην  υπερβαίνει  τις 400-500 λέξεις.

 Σας ευχαριστούμε  πολύ

       Οι υπεύθυνοι της Λέσχης Ανάγνωσης

       Μποφυλάτος  Σταύρος  -  Τεμπέλη  Γεωργία



Wolfgang Schorlaou

Το  μεγάλο σχέδιο


 Ένα λογοτεχνικό είδος που γνωρίζει τα τελευταία χρόνια μεγάλη αναγνωσιμότητα είναι το αστυνομικό μυθιστόρημα. Εκατοντάδες μυθιστορήματα, χωρίς υπερβολή, κυκλοφορούν  στα βιβλιοπωλεία και προσελκύουν το ενδιαφέρον των αναγνωστών. Σε αρκετά από αυτά οι συγγραφείς τους συνδυάζουν, άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο πετυχημένα, την πλοκή του αστυνομικού μυθιστορήματος με την έρευνα και αποκάλυψη μεγάλων πολιτικών εγκλημάτων.

Ένα επιτυχημένο αντιπροσωπευτικό παράδειγμα αυτού του είδους που κυκλοφορεί στα ελληνικά και διαβάσαμε και απολαύσαμε αυτό το καλοκαίρι είναι «Το μεγάλο σχέδιο» του Wolfgang Schorlaou, από τις εκδόσεις «angelus novus», σε εξαιρετική μετάφραση της Μαρίας Αγγελίδου.

 Στο βιβλίο «Το μεγάλο σχέδιο» ο συγγραφέας στρέφει το βλέμμα του στη σύγχρονη Ελλάδα, αρχής γενομένης από την Γερμανική Κατοχή και φτάνοντας έως το απόγειο της οικονομικής κρίσης 2010-2015. Αξιοποιεί με μεγάλη επιτυχία τις αρετές του καλού αστυνομικού μυθιστορήματος: την περίτεχνη αλλά και στιβαρή πλοκή, τις απρόσμενες ανατροπές και αποκαλύψεις, τη γρήγορη δράση, έως το φινάλε, όχι μόνο για να διατηρήσει αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη, αλλά για να στρέψει την προσοχή του αναγνώστη, και ιδιαιτέρως των συμπατριωτών του, των Γερμανών στα εγκλήματα που διαπράττουν οι εκάστοτε κυβερνήσεις.

   Το γεγονός ότι γράφτηκε από ένα Γερμανό συγγραφέα, εκδόθηκε πρώτα στη Γερμανία, δεν μειώνει ούτε στο ελάχιστο την αξία του βιβλίου για τον Έλληνα αναγνώστη, γιατί το μυθιστόρημα εμπεριέχει μια διεξοδική και απολύτως κατανοητή στον μέσο αναγνώστη ανάλυση των λόγων που οδήγησαν την ελληνική οικονομία σε κατάρρευση.

  Το κεφάλαιο που αναλύει τη διεθνή οικονομική κατάσταση και τα παιχνίδια των κερδοσκόπων εις βάρος της χώρας μας είναι ανατριχιαστικό, όπως επίσης και ο τρόπος που συνδέει τη σύγχρονη ιστορία με τη Γερμανική κατοχή στην Ελλάδα και τη σφαγή στο Δίστομο. Αποκαλύπτει λοιπόν  ένα διαχρονικό έγκλημα που συντελείται σε βάρος του ελληνικού λαού, όχι μόνο γιατί ακόμα και σήμερα το Γερμανικό κράτος καλείται να αποζημιώσει την Ελλάδα για τις ανεπανόρθωτες καταστροφές που προκάλεσε η Γερμανική Κατοχή, αλλά  και  γιατί μας δίνει  την ευκαιρία μιας σφαιρικής ενημέρωσης για ζητήματα που ακόμη και σήμερα μας ταλανίζουν και δημιουργούν διαρκώς ερωτήματα για το μέλλον της Ευρώπης.

  Για να ανταποκριθεί σε αυτό το φιλόδοξο σχέδιο Ο Schorlau ξοδεύει  μεγάλο χρονικό διάστημα στη μελέτη και την προετοιμασία κάθε βιβλίου του, και για το «Μεγάλο Σχέδιο» είχε πει πέρσι στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου της Θεσσαλονίκης ότι έστησε ολόκληρη ερευνητική ομάδα που δούλεψε για τρία χρόνια, ώστε να συγκεντρώσει το υλικό του. Αψευδής μάρτυρας είναι η εκτενής βιβλιογραφία  που έχει αναρτήσει  στην προσωπική του ιστοσελίδα.

   Όπως ο  ίδιος o Wolfgang Schorlaou επισημαίνει στον  επίλογο του βιβλίου:  «αφετηρία αυτού του βιβλίου αποτέλεσε η παρατήρηση ότι ακόμα και στο ζενίθ της ελληνικής κρίσης, όταν το θέμα της  κρίσης  κυριαρχούσε στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων  εκτοπίζοντας  όλα τ’ άλλα, δεν ήταν  δυνατόν να καταλάβει  κανείς από τις σχετικές  δημοσιεύσεις σε ποιους  λογαριασμούς  είχαν καταλήξει τα πολλά  δισεκατομμύρια που είχαν ξοδευτεί  για τη «σωτηρία της Ελλάδας»(σ.449), σε συνδυασμό με την ενόχληση που του προκάλεσε η ανάμνηση  από την «παράλληλη  εκστρατεία των ΜΜΕ που κατόρθωσαν  να χαράξουν βαθιά στη συνείδηση μας την εικόνα του τεμπέλη (ή του καθυστερημένου ΄Έλληνα που έπρεπε να σωθεί από το χάος  της οκνηρίας και της αδιαφορίας του με τα λεφτά του Γερμανού φορολογούμενου» (σ.449), ενώ  ίδιο το βιβλίο του είναι η συμβολή στον αγώνα «για την αλληλεγγύη  μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών… υπέρ μιας ευρωπαϊκής ένωσης  όπου η αναδιανομή θα είναι το ίδιο αυτονόητη ,όπως σήμερα γίνεται  μεταξύ των ομόσπονδων κρατών».(σσ.449-450).

Ένα μυθιστόρημα απολαυστικό, πολυεπίπεδο και πολιτικά αιχμηρό που αξίζει την προσοχή μας.

 Σταύρος Μποφυλάτος -  Φιλόλογος


Wolfgang Schorlau

Ο Βόλφγκανγκ Σορλάου γεννήθηκε το 1951 σε μια μικρή πόλη της Ρηνανίας. Ασχολήθηκε με το εμπόριο και εργάστηκε για πολλά χρόνια ως μάνατζερ στη βιομηχανία ηλεκτρονικών υπολογιστών προτού καταφέρει στα πενήντα του να εκπληρώσει το όνειρό του και να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη συγγραφή. Έχει γράψει μέχρι σήμερα οχτώ βιβλία με ήρωα τον ιδιωτικό ντετέκτιβ Γκέοργκ Ντένγκλερ. Ο Βόλφγκανγκ Σορλάου τιμήθηκε το 2006 με το Γερμανικό Βραβείο Αστυνομικής Λογοτεχνίας. Περισσότερα για τον συγγραφέα και τα βιβλία του θα βρείτε στον διαδικτυακό τόπο www.schorlau.com



Σχόλια